Ελληνική μελέτη αντισωμάτων σε ογκολογικούς ασθενείς αναγνωρίσθηκε διεθνώς  

Ελληνική μελέτη αντισωμάτων σε ογκολογικούς ασθενείς αναγνωρίσθηκε διεθνώς  


Της Ανθής Αγγελοπούλου

Η μεγαλύτερη δημοσιευμένη Ελληνική μελέτη αντισωμάτων που έγινε σε ασθενείς με καρκίνο, δημοσιεύθηκε χθες 15 Σεπτεμβρίου 2021, στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Cancers «https://www.mdpi.com/1271834» και η οποία ανέδειξε ποιοι είναι αυτοί οι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν σημαντικά την ανοσία του οργανισμού από τα εμβόλια.

Η μελέτη με το τίτλο «Responses to SARS-CoV-2 Vaccination in Patients with Cancer (ReCOVer Study): A Prospective Cohort Study of the Hellenic Cooperative Oncology Group» ξεκίνησε τον περασμένο Μάρτιο και υπογράφεται από τους ερευνητές Έλενα Λινάρδου, Νικόλαο Σπανάκη, Γεωργία-Αγγελική Κολιού, Αθηνά Χριστοπούλου, Σοφία Καραγεωργοπούλου, Νεφέλη Αλευρά, Αναστάσιο Βαγιωνά, Νικόλαο Τσουκαλά, Σταυρούλα Σγούρου, Έλενα Φούντζηλα, Ιωσήφ Σγουρό, Ευαγγελία Ραζή, Δήμητρα Χατζώκου, Σοφία Λαμπάκη, Ελένη Ρες, Ζαχαρένια Σαριδάκη, Γιάννη Μούντζιο, και Γεώργιο Σαρόγλου και Γεώργιο Φούντζηλα. Τα ευρήματα της δημοσίευσης συνοψίζονται από τους επικεφαλής της μελέτης, Δρ. Έλενα Λινάρδου, (Παθολόγο Ογκολόγο, Διευθύντρια Δ’ Ογκολογικής Κλινικής, Νοσοκομείο Μετροπόλιταν, Πρόεδρο ΕΕ της ΕΣΟΟ), και τον Καθηγητή Γεώργιο Φούντζηλα (Παθολόγο Ογκολόγο, Ομότιμο Καθηγητή Ογκολογίας, Πρόεδρο της ΕΣΟΟ και του ΕΛΙΕΚ).

Σε αυτήν συμπεριλήφθηκαν 232 ασθενείς με συμπαγείς όγκους από 12 μεγάλα ογκολογικά τμήματα από όλη τη χώρα καθώς και μια ομάδα ελέγχου 100 εθελοντών από το υγειονομικό προσωπικό του νοσοκομείου Metropolitan.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι τίτλοι εξουδετερωτικών αντισωμάτων κατά του SARS-CoV-2 μετρήθηκαν στον ορό των συμμετεχόντων πριν την έναρξη του εμβολιασμού και 2-4 εβδομάδες μετά την ολοκλήρωση και της δεύτερης δόσης. Συγκρίθηκαν τα αποτελέσματα μεταξύ ασθενών με καρκίνο και υγιών εθελοντών ενώ αναγνωρίστηκαν διάφοροι κλινικοί παράγοντες που φαίνεται να επηρεάζουν την ανοσοανταπόκριση.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών και όλοι οι εθελοντές που πήραν μέρος στη μελέτη έχουν εμβολιαστεί με mRNA εμβόλια. Οι ασθενείς με καρκίνο εμφάνισαν θετική ανοσολογική απάντηση σε ποσοστό 90% μετά τις δύο δόσεις εμβολίου σε σύγκριση με 98% των υγιών εθελοντών. Οι περισσότεροι από τους ασθενείς που δεν ανέπτυξαν καθόλου εξουδετερωτικά αντισώματα ήταν άνδρες, άνω των 70 ετών, με συνοσηρότητες και ελάμβαναν ενεργό αντικαρκινική θεραπεία το χρονικό διάστημα γύρω από τον εμβολιασμό. Ο μέσος τίτλος αντισωμάτων των ασθενών με καρκίνο ήταν σημαντικά χαμηλότερος από αυτόν των εθελοντών, ενώ το ποσοστό των ασθενών με καρκίνο που ανέπτυξαν προστατευτικούς τίτλους αντισωμάτων με βάση τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο, ήταν μόνο 54% έναντι 97% των υγιών εθελοντών. Όλες οι μετρήσεις των εξουδετερωτικών αντισωμάτων έγιναν κεντρικά σε εργαστήριο αναφοράς (Τμήμα Ανοσολογίας, AlfaLab, Όμιλος HHG) με εμπορικά διαθέσιμη εγκεκριμένη ανοσολογική μέθοδο.

Η ανοσοανταπόκριση και οι τίτλοι των αντισωμάτων δεν διέφεραν για κανέναν από τους παράγοντες που μελετήθηκαν στον πληθυσμό των υγιών εθελοντών. Αντίθετα, μεταξύ των ασθενών με καρκίνο σημαντικά υψηλότεροι τίτλοι αντισωμάτων ανιχνεύθηκαν σε μη καπνιστές, σε γυναίκες, σε ασθενείς κάτω των 50 ετών, με καλή γενική κατάσταση και σε ασθενείς με κάποιους τύπους καρκίνου, όπως μαστού και ωοθηκών έναντι εκείνων με παγκρεατικό καρκίνο ή μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα που φαίνεται να είχαν τη χαμηλότερη απάντηση. 

Ποιοι ασθενείς δεν αναπτύσσουν αντισώματα και γιατί

Η μελέτη αναδεικνύει ότι παρότι οι ασθενείς με συμπαγείς όγκους είχαν θετική ανοσολογική απάντηση σε ικανοποιητικά ποσοστά μετά τις δύο δόσεις εμβολίου έναντι του κορονοϊού, τα επίπεδα των τίτλων αντισωμάτων τους ήταν σημαντικά χαμηλότερα σε σύγκριση με των υγιών εθελοντών.

Συγκεκριμένα, ανέδειξε παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά την απάντηση στα εμβόλια σε ασθενείς με καρκίνο. Αυτοί περιλαμβάνουν τη μεγαλύτερη ηλικία, μη ικανοποιητική γενική κατάσταση, ενεργό αντικαρκινική θεραπεία, κάποιους τύπους καρκίνου, και -ιδιαίτερα ενδιαφέρον- το κάπνισμα.

Επίσης, οι καπνιστές στη μελέτη είχαν σαφώς χαμηλότερους τίτλους αντισωμάτων, γεγονός που ενισχύει προηγούμενα επιστημονικά δεδομένα ότι το κάπνισμα έχει ανοσοκατασταλτική δράση και επηρεάζει αρνητικά την χημική ανοσία μετά από εμβολιασμό.

Οι παρενέργειες

Στη μελέτη διαπιστώθηκε επίσης, ότι οι παρενέργειες μεταξύ των ασθενών με καρκίνο ήταν σπάνιες και ήπιες, συμβαδίζοντας με τις διεθνείς αναφορές για την ασφάλεια των mRNA εμβολίων στο γενικό πληθυσμό, ενώ δεν καταγράφηκε καμία λοίμωξη από κορονοϊό στους συμμετέχοντες μέχρι την ημερομηνία ανάλυσης της μελέτης.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, ουσιαστικά ενισχύει όλα τα πρόσφατα διεθνή παρόμοια δεδομένα, ότι δηλαδή, η αποτελεσματικότητα των mRNA εμβολίων είναι πολύ μεγάλη και για τους ασθενείς με συμπαγείς κακοήθειες, ακόμα και αν βρίσκονται υπό ενεργό θεραπεία, ενώ η ασφάλειά τους είναι αδιαμφισβήτητη.

Τι δείχνουν τα ευρήματα

Τα ευρήματα της μελέτης ReCOVer υποστηρίζουν ότι οι στρατηγικές εμβολιασμού για ασθενείς με καρκίνο θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την χαμηλότερη ανοσολογική απάντηση σε σύγκριση με υγιείς πληθυσμούς αλλά και να αναζητούν τους επιμέρους εκείνους παράγοντες που επηρεάζουν την απάντηση αυτή. Όπως έχει προταθεί διεθνώς από αρκετούς ερευνητές, χρειάζεται να μελετηθεί η εφαρμογή στρατηγικών που βασίζονται στην μέτρηση και παρακολούθηση τίτλων αντισωμάτων, τουλάχιστον για τις ομάδες υψηλού κινδύνου. Είναι μια μέθοδος τεχνικά απλή και οικονομικά εφικτή, που θα μπορούσε να διευκολύνει τις εκκλήσεις για παγκόσμια εμβολιαστική ισότητα, να βοηθήσει στην επίλυση του αινίγματος των ενισχυτικών δόσεων εμβολίου, σαν ένας ‘υποκατάστατος δείκτης’, χωρίς να παραγνωρίζεται η σημαντική προστασία που προσφέρει η κυτταρική ανοσία. Επιπλέον, η διερεύνηση παραγόντων όπως αυτοί που μελετήθηκαν εδώ, μπορεί να βοηθήσει στην αναγνώριση και προτεραιοποίηση των πιο ευάλωτων υποομάδων ασθενών που θα χρειαστούν πραγματικά μία ή περισσότερες ενισχυτικές δόσεις εμβολίου κατά του κορονοϊού.

Συνέχιση της έρευνας

Οι επιστήμονες που λαμβάνουν μέρος στην συγκεκριμένη μελέτη ανακοίνωσαν τη συνέχισή της με περαιτέρω μετρήσεις αντισωμάτων στους 3 μήνες και καταγραφή της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας έως και 12 μήνες μετά την πρώτη δόση εμβολιασμού.





Source link

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *