Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, το απεχθές χρέος, επίσης γνωστό ως παράνομο χρέος, είναι μία νομική θεωρία σύμφωνα με την οποία το εθνικόχρέος που έχει δημιουργηθεί από ένα καθεστώς για λόγους που δεν εξυπηρετούν τα εθνικά συμφέροντα, δεν πρέπει να είναι εκτελέσιμο. Επομένως, τέτοιου είδους χρέη θεωρούνται από αυτή τη θεωρία προσωπικά χρέη του καθεστώτος που τα δημιούργησε και όχι κρατικά χρέη. Κατά κάποιον τρόπο, η έννοια είναι ανάλογη με τη μη εγκυρότητα των συμβολαίων που υπογράφονται υπό συνθήκες εξαναγκασμού.
Το δόγμα επισημοποιήθηκε σε μια διατριβή του 1927 από τον Alexander Nahum Sack,[1] έναν Ρώσο νομικό θεωρητικό. Η διατριβή ήταν βασισμένη σε γεγονότα του 19ου αιώνα, που αφορούσαν την αποκήρυξη του χρέους του Μεξικού που είχε δημιουργήσει το καθεστώς του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού, και η άρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να αναγνωρίσουν την εγκυρότητα του χρέους της Κούβας, που είχε δημιουργηθεί από το αποικιοκρατικό καθεστώς της Ισπανίας.
Ο Σακ, αναπτύσσοντας τη θεωρία του, έθεσε τις τρεις βασικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρεί το χρέος μίας χώρας ώστε να χαρακτηρισθεί ως απεχθές. Πρώτον, η σύναψη του δανείου θα πρέπει να έχει γίνει από την κυβέρνηση της χώρας χωρίς τη συγκατάθεση ή ακόμα και χωρίς τη γνώση των πολιτών. Δεύτερη προϋπόθεση είναι η σύναψη του δανείου να μην είχε ως σκοπό την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πολιτών και ως εκ τούτου οι πόροι να σπαταλήθηκαν σε δραστηριότητες που δεν ωφέλησαν το λαό της χώρας. Η τρίτη βασική προϋπόθεση αφορά την πλευρά του πιστωτή, ο οποίος θα πρέπει να γνώριζε το γεγονός ότι το δάνειο και το χρέος λειτουργεί εις βάρος των πολιτών της χώρας, να γνώριζε επομένως τις δύο προηγούμενες προϋποθέσεις.
Έτσι, σύμφωνα με τον Sack, όταν ένα δεσποτικό καθεστώς συνάπτει ένα χρέος, όχι για τις ανάγκες ή προς όφελος του κράτους, αλλά απεναντίας για να ενισχυθεί το ίδιο το καθεστώς- για παράδειγμα για να καταστείλει μια λαϊκή εξέγερση, κλπ.- αυτό το χρέος θεωρείται απεχθές από το λαό ολόκληρου του κράτους. Επίσης, δεν δεσμεύει το έθνος, διότι είναι ένα χρέος του καθεστώτος, ένα προσωπικό χρέος συσσωρευμένο από τον κυβερνήτη. Συνεπώς, υποχωρεί με την κατάλυση του καθεστώτος.
Εξωτερικό χρέος των χωρών του κόσμου, 2005. ΟΙ χώρες με βαθύτερο χρώμα έχουν μεγαλύτερο χρέος.
Ο λόγος για τον οποίο αυτά τα απεχθή χρέη δεν μπορούν να συνδεθούν με τη δικαιοδοσία του κράτους είναι ότι δεν τηρούν έναν από τους όρους που καθορίζουν τη νομιμότητα των κρατικών χρεών, εκείνον που υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο τα χρέη πρέπει να υπογραφούν, και που οι εισπράξεις πρέπει να επενδυθούν, για τις ανάγκες και προς όφελος του κράτους. Τα απεχθή χρέη, υπογεγραμμένα και χρησιμοποιημένα για την εξυπηρέτηση σκοπών οι οποίοι, εις γνώση του δανειστή, έρχονται σε αντίθεση με τις ανάγκες και το συμφέρον του έθνους, δεν είναι δεσμευτικά για το λαό -όταν καταφέρει να καταλύσει την κυβέρνηση η οποία τα δημιούργησε- εκτός εάν τα χρέη δε ξεπερνούν τα όρια των πραγματικών οφελών που τα χρέη αυτά ενδεχομένως έχουν διαθέσει. Οι δανειστές, έχοντας διαπράξει μία εχθρική πράξη ενάντια στο λαό, δεν μπορούν να απαιτήσουν από ένα έθνος το οποίο έχει κατορθώσει να ελευθερωθεί από ένα δεσποτικό καθεστώς να αναλάβει αυτά τα απεχθή χρέη, τα οποία αποτελούν προσωπικά χρέη του κυβερνήτη.[2]
Η Πατρίτσια Άνταμς (Patricia Adams), εκτελεστικός διευθυντής της Probe International (μιας οργάνωσης υπεράσπισης της περιβαλλοντικής και δημόσιας πολιτικής στον Καναδά), και συγγραφέας του βιβλίου Odious Debts: Loose Lending, Corruption, and the Third World’s Environmental Legacy, έχει δηλώσει ότι «δίνοντας στους πιστωτές το κίνητρο να δανείζουν μόνο για λόγους που είναι διαφανείς και που εξυπηρετούν το δημόσιο όφελος, οι μελλοντικοί τύραννοι θα χάσουν τη δυνατότητα να χρηματοδοτούν τους στρατούς τους, και έτσι ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας και υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης θα εξυπηρετηθεί αποτελεσματικότερα».
Σε μία ανάλυση στρατηγικής για το Ίδρυμα Cato, η Άνταμς ισχυρίστηκε πως τα χρέη του Ιράκ που δημιουργήθηκαν από το κράτος κατά τη διακυβέρνηση του Σαντάμ Χουσεΐν είναι απεχθή, καθώς τα χρηματικά ποσά που δανείστηκαν ξοδεύτηκαν σε όπλα, όργανα καταστολής και κατασκευή παλατιών.[3]
Ένα πρόσφατο άρθρο από τους οικονομολόγους Seema Jayachandran και Michael Kremer ανανέωσε το ενδιαφέρον για αυτό το θέμα. Οι δύο οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η ιδέα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία ενός νέου τύπου οικονομικής κύρωσης, ώστε να εμποδίσει τον περαιτέρω δανεισμό δικτατόρων.[4] Η Jayachandran παρουσίασε τις νέες της συστάσεις το Νοέμβριο του 2010 κατά τον εορτασμό της 10ης επετείου του Jubilee movement (Jubilee 2000) ο οποίος έλαβε χώρα στο Center for Global Development(CGD) στην Ουάσινγκτον.
Η περίπτωση της Κούβας και οι ΗΠΑ
Οι ΗΠΑ ήταν από τις χώρες που επωφελήθηκαν της θεωρίας του Σακ, αρχικά μετά την προσάρτηση στη χώρα της Κούβας το 1898. Οι ΗΠΑ χαρακτήρισαν το υπέρογκο χρέος της Κούβας, δημιουργημένο ύστερα από 400 χρόνια ισπανικής κατοχής, απεχθές και έτσι αρνήθηκαν να το πληρώσουν.
Οι ΗΠΑ ήταν και η χώρα που εισήγαγε την ίδια πολιτική, βασισμένη στη θεωρία του απεχθούς χρέους, και στον 21ο αιώνα. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια του πολέμου των ΗΠΑ με το Ιράκ, ήδη πριν από την κατάλυση του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν, μην έχοντας την πρόθεση να «κληρονομήσει» το απύθμενο δημόσιο χρέος της χώρας, προγραμμάτιζε το χαρακτηρισμό του χρέους αυτού ως παράνομο, με μία επιχείρηση που είχε τον χαρακτήρα του απόρρητου. Η ανάθεση για την προώθηση της αποκήρυξης του χρέους του Ιράκ ως απεχθές, έγινε από τον τότε πρόεδρο Τζορτζ Μπους, στον πρώην υπουργό οικονομικών James Baker. Αυτό ήταν το πρώτο παράδειγμα χαρακτηρισμού δημοσίου χρέους ως απεχθές στον 21ο αιώνα. Ωστόσο, οι εμπλεκόμενοι αναγνώρισαν πως υπήρχε κίνδυνος να χρησιμοποιηθεί η υπόθεση του χρέους του Ιράκ ως παράδειγμα για άλλες χώρες, του δυτικού και όχι μόνο κόσμου (π.χ. Κονγκό, Φιλιππίνες), ως εκ τούτου η αντίληψη του απεχθούς χρέους και η εφαρμογή της στην παραπάνω περίπτωση, αποσιωπήθηκε.
Ισημερινός και ο Πρόεδρος Ραφαέλ Κορέα
Η περίπτωση του Ισημερινού όμως, απέδειξε πως η ανακήρυξη του δημοσίου χρέους ως απεχθές είναι δυνατή στον 21ο αιώνα. Η χώρα αυτή της Λατινικής Αμερικής, προερχόμενη από μία σειρά διδακτορικών καθεστώτων (και έχοντας υποστεί την εκμετάλλευση εξωτερικών παραγόντων λόγω των αποθεμάτων πετρελαίου), είχε συσσωρεύσει ένα υπέρογκο κρατικό χρέος. Κατάληξη ήταν η εισαγωγή του ΔΝΤ στον Ισημερινό το 1982, και η περαιτέρω εκτόξευση του ποσού του χρέους. Άμεσα η ποιότητα ζωής των πολιτών άρχισε να γνωρίζει περαιτέρω μείωση, καθώς οι πόροι του κράτους αφιερώνονταν σε μεγάλο ποσοστό στην αποπληρωμή των χρεών. Η πορεία αυτή άρχισε να αλλάζει με την εκλογή του Ραφαέλ Κορρέα.
Πριν την εκλογή του, ο Κορρέα από τη θέση του Υπουργού Οικονομικών αντιτάχθηκε στις υπαγορεύσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, που αφορούσαν την καταβολή των εσόδων από την εκμετάλλευση του πετρελαίου για την αποπληρωμή των κρατικών χρεών. Υποστήριξε τη διοχέτευση αυτών των εσόδων σε μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, προβλέποντας μόνο 20% των εσόδων για τις υποχρεώσεις του κράτους προς τους δανειστές. Παρά το γεγονός της παραίτησης του από τη θέση του Υπουργού, ο Κορρέα εξελέγη πρόεδρος του Ισημερινού το 2006.
Ως Πρόεδρος, πλέον, δήλωσε ότι το χρέος που συμβλήθηκε από τον Ισημερινό ήταν ένα χρέος παράνομο, απεχθές και αντισυνταγματικό, που ανάγκαζε τη χώρα να κατευθύνει περισσότερο από το 50% των οικονομικών της αποδοχών προς την αποπληρωμή του. Ο Κορρέα δήλωσε: Πρώτα έρχεται η ζωή, μετά το χρέος. Η κυβέρνηση Κορρέα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις απειλές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, έδιωξε όμως τους απεσταλμένους του ΔΝΤ και της Τράπεζας από τον Ισημερινό και προχώρησε στη σύσταση μίας Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου, η οποία εξέδωσε πόρισμα, σύμφωνα με το οποίο το μεγαλύτερο μέρος του χρέους των προηγούμενων κυβερνήσεων ήταν παράνομο, με μεγάλο ποσοστό να προέρχεται από τα συμβόλαια που είχαν υπογραφεί για το χρέος τη χρονιά 2000. Η έκθεση κοινοποιήθηκε τόσο στην κυβέρνηση όσο και στους πολίτες του Ισημερινού.
Στις 13 Δεκεμβρίου του 2008, η κυβέρνηση του Ραφαέλ Κορρέα ανακοίνωσε την παύση των πληρωμών του 70% του ομολογιακού χρέους του Ισημερινού, με τον Κορρέα να χαρακτηρίζει τους διεθνείς δανειστές της χώρας του ως “τέρατα”.[5] Το κράτος αγόρασε από τους δανειστές του χρέουςομόλογα στο 20% της αξίας τους, και, μυστικά, κατέβαλε 800 εκατομμύρια δολάρια για την εξαγορά χρέους που ανερχόταν σε 3 δισεκατομμύρια δολάρια, εξοικονομώντας με τον τρόπο αυτό 7 δισεκατομμύρια δολάρια -το υπόλοιπο του χρέους- για τη χώρα. Η βελτίωση στο βιωτικό επίπεδο των πολιτών ήταν ορατή, καθώς οι πόροι που εξασφαλίσθηκαν από τη απαλλαγή του χρέους επενδύθηκαν σε υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και στη βελτίωση των υποδομών.
Απεχθές χρέος στην Αϊτή – 2010 – Οικογένεια Ντιβαλιέ
Ο σεισμός της Αϊτής το 2010 κατέδειξε την αδυναμία της Αϊτής να πληρώσει το εξωτερικό της χρέος. Το χρέος αυτό είχε συσσωρευθεί κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών διακυβέρνησης της χώρας από δικτατορικά καθεστώτα, όπως εκείνα της οικογένειας Ντιβαλιέ(Duvalier), που επεκράτησαν στην πολιτική ζωή της Αϊτής κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα και βύθισαν τη χώρα σε οξύτατη πολιτική διαφθορά.
Επιπλέον, πολυάριθμες αστικές οργανώσεις θεώρησαν ότι το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού χρέους της Αϊτής θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως απεχθές, δεδομένου του ότι δημιουργήθηκε στη διάρκεια δικτατοριών με υψηλότατα επίπεδα διαφθοράς, καθώς και διότι οι πιστωτές γνώριζαν τα χαρακτηριστικά αυτά των κυβερνήσεων της Αϊτής με τις οποίες διέπτραταν τις συμφωνίες για τους δανεισμούς. Άλλο σημαντικό επιχείρημα ήταν το γεγονός ότι τα χρήματα που αποκομίστηκαν από το δανεισμό ποτέ δεν ωφέλησαν ουσιαστικά το κράτος της Αϊτής ούτε και τον λαό της, ενώ αντιθέτως συνέβαλλαν στην προσωπική ενίσχυση της οικογένειας Ντιβαλιέ. Ως συνέπεια του σεισμού του 2010, ακόμα και η Λέσχη του Παρισιού (Paris Club, οργάνωση των χωρών που ανήκουν στις κορυφαίες οικονομίες όλου του κόσμου), στη συνεδρίασή της στις 19 Ιανουαρίου του 2010 ενθάρρυνε τη διαγραφή του εξωτερικού χρέους της Αϊτής, αναγνωρίζοντας τις εμφανείς οικονομικές δυσκολίες της χώρας αυτής, που ήταν ακόμα πιο οξυμένες από τον καταστροφικό σεισμό. Η οργάνωση εξέτασε επίσης την επιβεβαίωση της απόλυτης αδυναμίας αποπληρωμής του χρέους.[6][7][8]
21ος αιώνας – Aξιώσεις απεχθούς χρέους[
Η απαίτηση για λογιστικούς ελέγχους σχετικά με τα χρέη κρατών έρχεται σε σύγκρουση με τα σχέδια ρυθμίσεων που επιβάλλονται από διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Στόχος είναι να γνωστοποιηθεί ποιοι υπέγραψαν το χρέος, πότε, και για ποιο ποσό, ώστε να οριστεί το ποσοστό στο οποίο το χρέος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως απεχθές ή παράνομο και το οποίο δεν θα όφειλε να εξοφλήσει ο λαός ούτε το κράτος.
Αξίωση απεχθούς χρέους στην Τυνησία – 2011 – Αραβική Άνοιξη
Το 2011 οργανώσεις όπως η Change.org και η CADTM (επιτροπή για την ακύρωση του χρέους στον τρίτο κόσμο) απαίτησαν λογιστικό έλεγχο, για να καθοριστεί το ποσό του απεχθούς χρέους από τα δάνεια που είχαν εγκριθεί από τον Μπεν Άλι κατά τη διάρκεια των 23 χρόνων του στην Προεδρία της Τυνησίας, κατά τη διάρκεια των οποίων συσσωρεύθηκε χρέος 10 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η εξέγερση στην Τυνησία που ξεκίνησε στις 17 Δεκεμβρίου του 2010 έθεσε τέρμα στην προεδρία του Μπεν Άλι, ο οποίος τράπηκε σε φυγή από τη χώρα στις 14 Ιανουαρίου του 2011. Αυτός και η οικογένειά του έλεγχαν άμεσα την οικονομία της χώρας, εξυπηρετώντας προσωπικά τους οφέλη.[9][10]
Το 2013 αντιπρόσωποι των κομμάτων της αριστεράς του Magreb και της Ευρώπης, συναντήθηκαν στο Μεσογειακό Φόρουμ κατά του Χρέους, εκφράζοντας τη στήριξή τους στο Λαϊκό Μέτωπο της Τυνησίας, την οποία ίδρυσαν δώδεκα προοδευτικά κόμματα της χώρας, με σκοπό να αντισταθούν στην ακραία ισλαμιστική κυβέρνηση και να διεκδικήσουν την παύση πληρωμών του απεχθούς χρέους.[11]
Αξιώσεις λογιστικών ελέγχων του εθνικού χρέους στην Ευρώπη και απεχθή χρέη
Οργανώσεις όπως η ATTAC απαιτούν την διεξαγωγή λογιστικών ελέγχων του εθνικού χρέους κάθε κράτους μέλους της Ευρωπαϊκή Κοινότητας καθώς και την αναδιάρθρωση του χρέους και την άμεση ακύρωση κάθε δόλιου,παράνομου ή απεχθούς δημοσίου χρέους.
Αξίωση απεχθούς χρέους στην Ελλάδα – 2011Η οικονομική κρίση του 2010 στην Ελλάδα έφερε στην επιφάνεια την πραγματικότητα ενός ιστορικού χρέους, συσσωρευμένου κατά τη διάρκεια δημοκρατικών καθεστώτων, για τα οποία ωστόσο δε γνώριζε ή τουλάχιστον δε γνώριζε πλήρως μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Ελληνικές οργανώσεις πλέον απαιτούν τον λογιστικό έλεγχο του ελληνικού χρέους, ώστε να γνωστοποιηθεί με ακρίβεια η προέλευσή του, οι χορηγοί του και ο βαθμός της νομιμότητάς του. Στη θέα μίας πιθανής παύσης πληρωμών του χρέους, τα ευρωπαϊκά σχέδια για την επαναδιαπραγμάτευση των δανείων θα μπορούσαν να επιχειρήσουν μυστικά είτε μία μείωση του χρέους ή την αποκαλούμενη εκλεκτική παύση πληρωμών του εξωτερικού χρέους.[12] Η εκστρατεία για το λογιστικό έλεγχο του ελληνικού χρέους ξεκίνησε από οικονομολόγους και ερευνητές το Μάρτιο του 2011, με φόντο την απώλεια κοινωνικών δικαιωμάτων, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων από την Τρόικα (ΔΝΤ, ΕΚΤ και Ευρωπαϊκή Επιτροπή-Κομισιόν), μέτρα τα οποία θεωρήθηκαν ανούσια και μη αναγκαία για τη ρύθμιση του εξωτερικού χρεόυς.[13]
Αξίωση απεχθούς χρέους στην Πορτογαλία- 2011
Ποικίλες οργανώσεις, όπως η CDTAM, θεωρούν ότι το δημόσιο χρέος της Πορτογαλίας οφείλει να υποστεί λογιστικό έλεγχο και μεγάλο μέρος του να χαρακτηριστεί ως απεχθές χρέος. Ο Éric Toussaint, πρόεδρος της Επιτροπής για την ακύρωση του χρέους στον Τρίτο Κόσμο στο Βέλγιο, υποστηρίζει ότι τα νέα δάνεια που χορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το ΔΝΤ συνιστούν απεχθές χρέος, καθώς δεν ζητήθηκε η έγκριση των πολιτών, στους οποίους επιβλήθηκαν μέτρα τα οποία αποτελούν παραβίαση των ανθρωπίνων, δημοσίων, δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων του λαού της Πορτογαλίας. Παρόλο, επομένως, που εγκρίθηκε από μία δημοκρατική κυβέρνηση, πρόκειται για παράνομο χρέος, καθώς επενδύεται στην αποπληρωμή του παλαιότερου χρέους, χωρίς τη συγκατάθεση των πολιτών, από τους οποίους αφαιρείται οποιαδήποτε άλλη δημοκρατική επιλογή. Οι πολίτες έχουν όφελος να απαιτήσουν έναν λογιστικό έλεγχο, που θα γνωστοποιήσει με ακρίβεια το ποσό του χρέους, τους δανειστές και τους τρόπους με τους οποίους αυτό επενδύθηκε. Χωρίς τη δημοσιοποίηση των στοιχείων αυτών, οποιαδήποτε πολιτική επιλογή είναι αντιδημοκρατική, καθώς επίσης δε συνεισφέρει στη λύση των προβλημάτων.[14]
Αξίωση απεχθούς χρέους στην Ιρλανδία- 2011
Για τους ίδιους λόγους που αφορούν την Πορτογαλία, ο Éric Toussaint θεωρεί πως το δημόσιο χρέος της Ιρλανδίας είναι απεχθές χρέος, καθώς δεν επιτρέπεται στους πολίτες ούτε να γνωρίζουν τις λεπτομέρειες του δανεισμού ούτε και να αποφασίζουν για αυτές.[14][15]
Αξίωση απεχθούς χρέους στην Ισπανία- 2011
Για τους ίδιους λόγους που αφορούν την Πορτογαλία, την Ελλάδα και την Ιρλανδία, υπάρχει από το 2011 η απαίτηση από συλλόγους όπως η quiendebeaquien (ATTAC, Ecologists in action) για το λογιστικό έλεγχο του εξωτερικού χρέους της Ισπανίας. Σκοπός είναι να διευκρινιστεί ποιο μέρος του μπορεί να θεωρηθεί παράνομο χρέος.[16][17]
Η συντονίστρια του πολιτικού συνασπισμού Izquierda Unida, Cayo Lara, ύστερα από την ανακοίνωση της κυβέρνησης του Μαριάνο Ραχόι για την επικύρωση μεγάλου αριθμού οικονομικών μέτρων στις 13 Ιουλίου του 2012[18]επεσήμανε την ανάγκη για εξωτερικό λογιστικό έλεγχο του ογκώδους δημοσίου χρέους το οποίο ήδη υποχρεούνταν να πληρώσουν οι πολίτες. Η Mónica Oltra, εκπροσωπώντας τον πολιτικό συνασπισμό Compromís από τη Βαλένθια, υπογραμμίζει ότι πρέπει να χαρακτηρισθεί ως παράνομο το χρέος που δεν έχει ωφελήσει την κοινωνία, η οποία καλείται να το αποπληρώσει. Στις 21 Μαρτίου του 2013 ο πολιτικός συνασπισμός Compromís παρουσίασε την έκθεση του λογιστικού ελέγχου της Generalidad Valenciana, στην οποία αναγνωρίστηκε το παράνομο χρέος, το οποίο ανερχόταν σε 2.942 εκατομμύρια ευρώ.57 Όλες αυτές οι ενέργειες προήλθαν από την εκστρατεία Rescatem persones η οποία ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2012[19] ως εναλλακτική πρόταση στην διάσωση από τις τράπεζες, και η οποία ήταν εμπνευσμένη από την Ισλανδική επανάσταση (τις διαμαρτυρίες στην Ισλανδία κατά της οικονομικής κρίσης το 2009). Μία από τις κατευθύνσεις της εκστρατείας ήταν η απαίτηση λογιστικού ελέγχου σχετικά με την νομιμότητα του χρέους και η παύση της πληρωμής του εώς να διευκρινιστεί ποιο μέρος του είναι παράνομο και ποιο νόμιμο.
Διάφορες οργανώσεις και κοινωνικά κινήματα, δημιουργημένα υπό την Plataforma Auditoría Ciudadana de la Deuda, τίθενται υπέρ ενός αστικού, πολιτικού λογιστικού ελέγχου του χρέους, που θα γνωστοποιήσει την προέλευσή του, θα αποκηρύξει το σύνολο του παράνομου χρέους και θα ασκήσει διώξεις στους υπεύθυνους για την οικονομική κρίση.[20][21]
Τον Ιούνιο του 2013 ο αρχηγός της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών UGT (Unión General de Trabajadores), Cándido Mendez, δήλωσε πως έχει φτάσει η ώρα για μία σοβαρή θεώρηση της κατάργησης του χρέους, το οποίο εμποδίζει τη λειτουργία της οικονομίας της Ισπανίας. Επίσης προειδοποίησε πως υπάρχει ο κίνδυνος η Ισπανία να ακολουθήσει κι εκείνη τη φθίνουσα πορεία της Ελλάδας εάν συνεχίζονταν οι πολιτικές λιτότητας. Κατέκρινε, ακόμα, την πρόταση της Τράπεζας της Ισπανίας για τη μείωση του κατώτατου μισθού.[22]
Κίνημα για την κατάργηση του χρέους
Από τη δεκαετία του ’90 αναπτύχθηκε σε διεθνή κλίμακα ένα σημαντικό κίνημα υπέρ της κατάργησης του εξωτερικού χρέους, που συνδέθηκε με την ανάπτυξη του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης. Μία από τις σημαντικότερες στιγμές του κινήματος ήταν κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής των G8 (Ομάδα των 8) στο Μπέρμιγχαμ το 1998. Από τότε το κίνημα για την κατάργηση του χρέους έχει δώσει το παρόν στις δραστηριότητες του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης και του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ. Το 2008, δέκα έτη μετά από τη σύνοδο κορυφής του Μπέρμιγχαμ, η συγγραφέας και ακτιβίστρια κατά της παγκοσμιοποίησης Έσθερ Βίβας τόνισε ότι: «Οι διαμαρτυρίες ενάντια στο χρέος πέτυχαν ορισμένες προόδους, ειδικά όσον αφορά τη συμβολική του έννοια και την αντίληψη που έχει η κοινωνία για το πρόβλημα αυτό. Στις χώρες-πιστωτές, γνωστοποιήθηκαν οι αιτίες και οι συνέπειες της πληρωμής του και οι δεσμοί του με τη φτώχεια. Την ίδια στιγμή στις χώρες-δανειστές, δόθηκε έμφαση στην ευθύνη που φέρουν οι διεθνείς οργανισμοί στην δημιουργία και τη συντήρηση του χρέους αυτού. Ωστόσο, όσον αφορά στο θεσμικό επίπεδο, εκτός από το ότι το ζήτημα του χρέους συμπεριλήφθηκε στην πολιτική ατζέντα, οι αλλαγές που επιτεύχθηκαν ήταν πολύ λίγες».[23]
Στην Ισπανία η οργάνωση Red por la Abolición de la Deuda Externa y la restitución de la Deuda Ecológica (Δίκτυο για την Κατάργηση του Εξωτερικού Χρέους και την Αποκατάσταση του Οικολογικού Χρέους), που συγκροτήθηκε το 2006, εκίνησε την εκστρατεία ¿Quién debe a quién? (Ποιος χρωστάει σε ποιον;) υποστηρίζοντας την κατάργηση του εξωτερικού χρέους.[24]
Με στοιχεία από την Βικιπέδια